Πιστοποίηση των Πηγών και Επαλήθευση της Πληροφορίας στο νέο Ψηφιακό Περιβάλλον.
Του Δημήτρη Αλεξόπουλου1
Τον Αύγουστο του 2018 έναtweet έκανε πολλά μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα και το εξωτερικό αλλά και ένα διεθνές πρακτορείο ειδήσεων να πέσουν θύματα παραπληροφόρησης. Προήλθε από ένα ψεύτικο λογαριασμό που είχε δημιουργήσει ο Ιταλός δημοσιογράφος, Τομάσο Ντε Μπενεντέτι. Ο Μπενεντέτι δημιούργησε έναν λογαριασμό στο Twitter με το όνομα της νέας Υπουργού Πολιτισμού της Ελλάδας, κας. Μυρσίνης Ζορμπά και μέσω αυτού ανακοίνωσε τον θάνατο του διεθνούς φήμης Έλληνα σκηνοθέτη, Κώστα Γαβρά.«Επείγον. Μόλις ενημερώθηκα από το Παρίσι την είδηση του θανάτου του Έλληνα σκηνοθέτη και παραγωγού Κώστα Γαβρά. Οι επίσημες ανακοινώσεις σε λίγο», έγραψε ο Ιταλός δημοσιογράφος, στο ψεύτικο tweet βάζοντας φωτιά σε διεθνή και ελληνικά μέσα. Η πληροφορία μέσα σε λίγα λεπτά έκανε τον γύρο του κόσμου. Την αναπαράγουν χωρίς επαλήθευση η Washington Post, το France 24, το Vanity Fair το διεθνές πρακτορείο Associated Press και πολλά άλλα ελληνικά ηλεκτρονικά μέσα. Η Ελληνική Δημόσια Τηλεόραση, η ΕΡΤ ωστόσο δεν πέφτει θύμα του Ιταλού δημοσιογράφου, καθώς ακολουθεί έναν από τους παλιότερους κανόνες της δημοσιογραφίας που αναγράφεται και στον κώδικα δεοντολογίας που έχει συντάξει η ΕΣΗΕΑ (Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθήνας), αλλά και ο κώδικας της ΕΝΕΔ (Ένωση Ιδιοκτητών Διαδικτύου). Στο άρθρο 2 των Αρχών Δεοντολογίας του Δημοσιογραφικού Επαγγέλματος αναφέρεται ρητώς και σαφέστατα ότι δημοσιογράφος δικαιούται και οφείλει: Να ελέγχει και να τεκμηριώνει τις πληροφορίες, που αναφέρονται στον ευαίσθητο τομέα της υγείας, όπου η παραπλανητική πληροφόρηση και η εντυπωσιακή προβολή μπορούν να προκαλέσουν αδικαιολόγητη αναστάτωση στην κοινή γνώμη. Να συλλέγει και να διασταυρώνει τις πληροφορίες του και να εξασφαλίζει την τεκμηρίωσή τους (έγγραφα, φωτογραφίες, κασέτες, τηλεοπτικές εικόνες) με δημοσιογραφικά θεμιτές μεθόδους, γνωστοποιώντας πάντοτε τη δημοσιογραφική του ιδιότητα».
Αυτό έπραξε και η ΕΡΤ, που επικοινώνησε με το οικογενειακό περιβάλλον του σκηνοθέτη το οποίο διάψευσε την πληροφορία, τονίζοντας ότι ο Κώστας Γαβράς χαίρει άκρας υγείας. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης λίγο αργότερα βγήκε και μίλησε ζωντανά στην εκπομπή Δεύτερη Ματιά της ΕΡΤ1, διαβεβαιώνοντας ότι είναι πολύ καλά στην υγεία του. Ο Τομάσο Ντε Μπενεντέτι φημίζεται για την συστηματική του προσπάθεια να διασπείρει ειδήσεις παραπληροφόρησης σε μια προσπάθεια, όπως ο ίδιος έχει εξηγήσει, να καταδείξει το πόσο αναξιόπιστα είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως πηγή ειδήσεων και το πόσο εύκολα μπορούν να ξεγελαστούν τα μέσα ενημέρωσης.
Σε ένα ψηφιακό περιβάλλον που συνεχώς αλλάζει και εξελίσσεται, οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να είναι δυο φορές προσεχτικοί όταν αντλούν πληροφορία από τα κοινωνικά δίκτυα και το διαδίκτυο. Το φαινόμενο της παραπληροφόρησης και της διασποράς παραποιημένων ειδήσεων δεν είναι ένα νέο φαινόμενο. Ωστόσο αυτό που αλλάζει τις συνθήκες και κάνει πιο γόνιμο το έδαφος για την εξάπλωση του, είναι η άνοδος των ποσοστών χρόνου, που ένας πολίτης καταναλώνει ψηφιακά για την ενημέρωση του. Η διάχυση της πληροφορίας γίνεται πλέον με απίστευτα γρήγορους ρυθμούς. Οι τρεις πυλώνες της ενημέρωσης έχουν γίνει πλέον τέσσερις με τα ψηφιακά μέσα του διαδικτύου να τείνουν να γίνουν το νούμερο ένα της προτίμησης των πολιτών για την ενημέρωσή τους.Τα νέα πλέον δεν περιμένουν την επόμενη ημέρα της εφημερίδας. Δεν περιμένουν καν το δελτίο ειδήσεων της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου. Μερικές φορές προλαβαίνουν ακόμα και τα έκτακτα δελτία ειδήσεων. Ένας λογαριασμός στο Twitter, στο Facebook ή στο Instagram φτάνει και αρκεί για να μεταδοθεί η πληροφορία.
Στην εποχή του digital journalism και του hashtag των κοινωνικών δικτύων, κάποιος μπορεί να εντοπίσει πολλές πηγές πληροφόρησης για ένα γεγονός που έγινε ή βρίσκεται σε εξέλιξη. Και εκεί αρχίζει το πρόβλημα, καθώς όλες αυτές οι πληροφορίες πρέπει να διασταυρωθούν για την εγκυρότητά τους, πριν μεταδοθούν από κάποιο μέσο.
Γίνεται όμως αυτό; Οι συντάκτες και οι υπεύθυνοι βάρδιας τσεκάρουν ως οφείλουν την πληροφορία ή απλά την μεταδίδουν; Στον αιώνα της αστραπιαίας διάχυσης της πληροφορίας, που γίνεται ακόμα πιο αγχωτική λόγω των όρων ανταγωνισμού που έχει δημιουργήσει η τακτική της άμεσης απόδοσης, δυστυχώς έχουμε δει πολλές φορές μέσα να μεταδίδουν χωρίς να τσεκάρουν. Έστω και αν μετά επανορθώνουν, οι πρώτες εντυπώσεις έχουν μείνει. Ακόμα και αν η πληροφορία διαψευστεί, από επίσημα κανάλια και χείλη, η φήμη συνεχίζει να υπάρχει και να αναπαράγεται στο διαδίκτυο.Αν και ο ίδιος ο Μπενεντέτι στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter είχε διαψεύσει λίγο αργότερα το tweet και είχε αποκαλύψει την απάτη του, για την δημιουργία ενός ψεύτικου λογαριασμού με το όνομα της Μυρσίνης Ζορμπά, κάποια μέσα στην Ελλάδα συνέχιζαν να την μεταδίδουν ως έχει μέχρι να προβούν σε διόρθωση.
Είναι γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι στον 21ο αιώνα έχουν να αντιμετωπίσουν νέες προκλήσεις. Δουλεύοντας και χρησιμοποιώντας το ψηφιακό περιβάλλον για την άντληση και την μετάδοση της πληροφορίας καλούνται να είναι πολύ προσεχτικοί και να τσεκάρουν τόσο την πληροφορία όσο και την πηγή προέλευσης.Ενόψει μάλιστα των Ευρωεκλογών του Μάιου, και του φόβου για χειραγώγηση των πολιτών και της κοινής γνώμης από συγκεκριμένα πολιτικά κέντρα που προάγουν τον ρατσιστικό λόγο και την σκληρή ακροδεξιά ρητορική, το έργο μας αποκτά ακόμα πιο μεγάλο βαθμό δυσκολίας.
Η παραπλήροφόρηση μπορεί να διαμορφώσει συνειδήσεις και να επηρεάσει την τελική απόφαση του πολίτη που καλείται να ψηφίσει για το μέλλον της Ευρώπης.Το φαινόμενο το ζήσαμε τόσο στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ όσο και στο δημοψήφισμα στην Βρετανία για το Brexit. Τα δεδομένα που συνέλεξαν μέσω facebook οι αναλυτές της Cambridge Analytica (CA), μέσω μιας απλής εφαρμογής, ήταν ο καταλύτης για την δημιουργία συγκεκριμένων δικτύων προπαγάνδας που με στοχευμένες ειδήσεις σε συγκεκριμένα κοινά επηρέασαν την κοινή γνώμη και το τελικό αποτέλεσμα των δυο δημοκρατικών διαδικασιών. Στην Ελλάδα σήμερα η ανάγκη της πιστοποίησης και της επαλήθευσης της πληροφορίας γίνεται πιο επιτακτική, αφού το 2019 έχουμε και αυτοδιοικητικές αλλά και εθνικές εκλογές. Αυτή η ανάγκη είναι που έκανε την ΕΡΤ να δημιουργήσει ομάδα πιστοποίησης της πηγής και της πληροφορίας. Ακόμα έχει πιλοτικό χαρακτήρα και στόχος είναι αργότερα να γίνουμε δομή.
Ένα έργο δύσκολο που όμως η τεχνολογία και η καινοτομία έρχεται να βοηθήσει με ειδικές εφαρμογές ελεύθερες ή με αντίτιμο παραχώρησης δικαιωμάτων. Γιατί χρειάζονται αυτές οι εφαρμογές; Όχι γιατί θα κρίνουν αν μια πληροφορία είναι σωστή ή λάθος. αλλά γιατί μπορούν να δώσουν εκείνα τα στοιχεία που χρειάζεται ο δημοσιογράφος για να κρίνει αν ένα κείμενο, μια εικόνα, ένα βίντεο είναι αξιοποιήσιμο και μπορεί να μεταδοθεί. Όσο προηγμένοι και εκπαιδευμένοι και αν είναι οι αλγόριθμοι ακόμα δεν έχουν φτάσει στο επίπεδο να κρίνουν αν η πληροφορία είναι προς μετάδοση. Αυτή την απόφαση μόνο ο δημοσιογράφος μπορεί να την πάρει, μετά από έρευνα και με βάση την εμπειρία του και την διαίσθησή του σε παρόμοια θέματα.Από την ερευνά μας για τις καλύτερες πρακτικές που πρέπει να ακολουθήσουμε ανακαλύψαμε ότι το πιο δύσκολο κομμάτι αφορά τον έλεγχο εγκυρότητας ενός βίντεο.
Οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν δημιουργήσει νέες μορφές επεξεργασίας και παρέμβασης, μέσα από τις οποίες ένας videoeditor μπορεί να αλλοιώσει ή και να δημιουργήσει ένα ψεύτικο βίντεο, όπου ο ηγέτης ενός κράτους ή ένας πολιτικός γίνεται ο πρωταγωνιστής διασποράς παραποιημένων ειδήσεων.Το λογισμικό αναπτύχθηκε για τις ανάγκες του θεάματος. Και όσο αυτή η παραποίηση έχει να κάνει με το χώρο του θεάματος όλα καλά. Αλλά για φανταστείτε έναν πολιτικό ή έναν ξένο ηγέτη να μιλάει και να λέει αυτά που ο editor θέλει να πει και διαχέεται με σκοπό την παραπλάνηση της ενημέρωσης. Τότε αυτό αποτελεί ένα μεγάλο πρόβλημα καθώς από το στημένο βίντεο μπορεί να δημιουργηθεί πολιτική αναταραχή είτε σε τοπικό είτε σε διεθνές επίπεδο. Αυτή η μορφή παραπληροφόρησης και παραποίησης έχει ονομαστεί Deep Fake News. Και είναι η πιο επικίνδυνη αφού δύσκολα μπορεί να εντοπιστεί. Και μέχρι να αποκαλυφθεί η απάτη να διαψευστεί ως τέτοια, οι επιπτώσεις στην πολιτική και κοινωνική ζωή μπορεί να είναι ανυπολόγιστες. Ωστόσο από όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, η τεχνολογία προσπαθεί να βρει λύσεις και γι αυτό το πρόβλημα. Και εμείς ευελπιστούμε στο άμεσο μέλλον να έχουμε και άλλα χρήσιμα εργαλεία για τον εντοπισμό φαινομένων παραπληροφόρησης.Αυτό που όλοι οι παραγωγοί και πάροχοι περιεχομένου πρέπει να συνειδητοποιήσουν στη νέα ψηφιακή εποχή, είναι ότι ο αγώνας για σωστή ενημέρωση, είναι αγώνας υπέρ της δημοκρατίας και των θεσμών που την εκπροσωπούν. Ίσως να είναι και ένας αγώνας για ειρήνη και σταθερότητα πολιτική και κοινωνική.Σε αυτό τον πραγματικά δύσκολο αγώνα, η κοινωνία των πολιτών είναι αρωγός και έτοιμη να συμβάλει με τις δικές της δυνάμεις όχι μόνο στον εντοπισμό της παραπληροφόρησης αλλά και στην ψηφιακή εκπαίδευση των πολιτών.
Ειδικά η νέα γενιά δίνει το δικό της αγώνα για την ψηφιακή παιδεία της κοινωνίας. Με την ενασχόλησή μου με το αντικείμενο της πιστοποίησης της πηγής και της επαλήθευσης της πληροφορίας, είχα την χαρά τους τελευταίους μήνες να έρθω σε επαφή με ανεξάρτητες ομάδες πολιτών που κάνουν factchecking, όχι μόνο για θέματα που αφορούν την Ελλάδα αλλά και διεθνή ζητήματα. Κατέγραψα την αγωνία τους για σωστή ενημέρωση αλλά και για διαφάνεια. Κατέγραψα και το πείσμα τους, καθώς με ιδίους πόρους και προσωπική εργασία αναπτύσσουν εφαρμογές και πλατφόρμες για την καταπολέμηση του φαινομένου.Καταγράφοντας αυτή την αγωνία πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα που η Πολιτεία, οι πολίτες, τα πολιτικά κόμματα, οι Ενώσεις του Τύπου, η πανεπιστημιακή, η επιστημονική αλλά και η διεθνής κοινότητα να βρουν ένα κοινό βηματισμό για την δημιουργία εκείνων των κοινά αποδεκτών μηχανισμών που θα εντοπίζουν και θα καταγγέλλουν τα φαινόμενα της παραπληροφόρησης. Είμαι αισιόδοξος ότι από όλους υπάρχει η διάθεση για συνεργασία και για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Γιατί η παραπλήροφόρηση δεν γνωρίζει από σύνορα και γιατί η σωστή ενημέρωση συμβάλλει στην εδραίωση της δημοκρατίας και στη διαμόρφωση σωστά σκεπτόμενων πολιτών που θα αποφασίζουν με βάση τα πραγματικά γεγονότα και στοιχεία.
1.Ο Δημήτρης Αλεξόπουλος είναι δημοσιογράφος, επικεφαλής της Ομάδας Αντιμετώπισης των Ψευδών Ειδήσεων της ΕΡΤ και fellow του ΕCI.